See Αγειορίτης on Wiktionary
{ "categories": [ { "kind": "other", "name": "Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" } ], "etymology_text": ": Αγειορίτης < → δείτε τη λέξη Αγιορείτης, (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ἁγιορείτης", "forms": [ { "form": "Αγειορίτης", "raw_tags": [ "αρσενικό" ] } ], "lang": "Greek", "lang_code": "el", "pos": "name", "pos_num": 1, "related": [ { "word": "Αγιορείτης" }, { "word": "Αγιονορείτης" } ], "senses": [ { "glosses": [ "άλλη γραφή του Αγιορείτης, μοναχός του Αγίου Όρους" ], "id": "el-Αγειορίτης-el-name-IhvwtQz6" } ], "synonyms": [ { "word": "Αθωνίτης" } ], "word": "Αγειορίτης" } { "categories": [ { "kind": "other", "name": "Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Αγγελίδης' (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" } ], "etymology_text": ": Αγειορίτης < άλλη γραφή του Αγιορείτης", "forms": [ { "form": "Αγειορίτης", "raw_tags": [ "θηλυκό", "αρσενικό" ] }, { "form": "Αγειορίτη", "raw_tags": [ "θηλυκό", "αρσενικό" ] }, { "form": "Αγειορίτου", "raw_tags": [ "θηλυκό", "αρσενικό" ] }, { "form": "Ageioritis", "raw_tags": [ "λατινικοί χαρακτήρες", ":" ], "tags": [ "transliteration" ] } ], "lang": "Greek", "lang_code": "el", "pos": "name", "pos_num": 2, "senses": [ { "categories": [ { "kind": "other", "name": "Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" }, { "kind": "other", "name": "Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -ίτης (νέα ελληνικά)", "parents": [], "source": "w" } ], "glosses": [ "ανδρικό επώνυμο" ], "id": "el-Αγειορίτης-el-name-4UsT61lW" } ], "word": "Αγειορίτης" }
{ "categories": [ "Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)", "Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)", "Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)", "Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)" ], "etymology_text": ": Αγειορίτης < → δείτε τη λέξη Αγιορείτης, (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ἁγιορείτης", "forms": [ { "form": "Αγειορίτης", "raw_tags": [ "αρσενικό" ] } ], "lang": "Greek", "lang_code": "el", "pos": "name", "pos_num": 1, "related": [ { "word": "Αγιορείτης" }, { "word": "Αγιονορείτης" } ], "senses": [ { "glosses": [ "άλλη γραφή του Αγιορείτης, μοναχός του Αγίου Όρους" ] } ], "synonyms": [ { "word": "Αθωνίτης" } ], "word": "Αγειορίτης" } { "categories": [ "Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)", "Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Αγγελίδης' (νέα ελληνικά)", "Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)", "Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)", "Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)", "Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)" ], "etymology_text": ": Αγειορίτης < άλλη γραφή του Αγιορείτης", "forms": [ { "form": "Αγειορίτης", "raw_tags": [ "θηλυκό", "αρσενικό" ] }, { "form": "Αγειορίτη", "raw_tags": [ "θηλυκό", "αρσενικό" ] }, { "form": "Αγειορίτου", "raw_tags": [ "θηλυκό", "αρσενικό" ] }, { "form": "Ageioritis", "raw_tags": [ "λατινικοί χαρακτήρες", ":" ], "tags": [ "transliteration" ] } ], "lang": "Greek", "lang_code": "el", "pos": "name", "pos_num": 2, "senses": [ { "categories": [ "Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)", "Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -ίτης (νέα ελληνικά)" ], "glosses": [ "ανδρικό επώνυμο" ] } ], "word": "Αγειορίτης" }
Download raw JSONL data for Αγειορίτης meaning in All languages combined (2.4kB)
This page is a part of the kaikki.org machine-readable All languages combined dictionary. This dictionary is based on structured data extracted on 2025-08-20 from the elwiktionary dump dated 2025-08-01 using wiktextract (e683717 and 51e6a0c). The data shown on this site has been post-processed and various details (e.g., extra categories) removed, some information disambiguated, and additional data merged from other sources. See the raw data download page for the unprocessed wiktextract data.
If you use this data in academic research, please cite Tatu Ylonen: Wiktextract: Wiktionary as Machine-Readable Structured Data, Proceedings of the 13th Conference on Language Resources and Evaluation (LREC), pp. 1317-1325, Marseille, 20-25 June 2022. Linking to the relevant page(s) under https://kaikki.org would also be greatly appreciated.